Τελευταία Νέα
Συνέντευξη Σοφίας Καραχάλιου

Κι εκεί που κάποιοι διατείνονται μετά βδελυγμίας ότι οι νέοι δεν ονειρεύονται, δεν διεκδικούν, δεν αγαπούν, έρχονται οι μαγικοί στίχοι της σαν «από μηχανής Θεός», να αποδείξουν το ακριβώς αντίθετο!...
- Φεστιβάλ Λουτρακίου
- Ο Πασχάλης στο Ρυθμό Stage
- Μαρία Μαρκεσίνη Συνέντευξη
- Συνέντευξη Αφεντούλα Ραζέλη
- Μαρκόπουλος Ελεύθεροι Πολιορκημένοι
- Λάκης Χαλκιάς & Χαράλαμπος Γαργανουράκης Παρουσίαση
- Γιάννης Μαρκόπουλος συνέντευξη τύπου «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»
- Δημήτρης Μπάσης και η Ραλλία Χρηστίδου στο Ρυθμό stage
Cds νέες προτάσεις από το "Μουσικόραμα"

Ο Νοέμβρης των ματιών της Απόλλων Κουσκουμβεκάκης
Απόλλων ΚουσκουμβεκάκηςΟ Νοέμβρης των ματιών της «Ο Νοέμβρης των ματιών της»...

Μικρή Βαλίτσα Αλκίνοος Ιωαννίδης
ΑΛΚΙΝΟΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΜΙΚΡΗ ΒΑΛΙΤΣΑ Πέντε χρόνια μας χωρίζουν πια από τη «Νεροποντή»...
Συνεντεύξεις στο "Μουσικόραμα"

Μαρία Μαρκεσίνη Συνέντευξη
H εκ Κεφαλληνίας ορμώμενη (για να χρησιμοποιήσω την ξεχασμένη υπηρεσιακή...
Μουσικά άρθρα στο"Μουσικόραμα"

Η συμβολή της μουσικής στην ανάπτυξη του εγκεφάλου.
Πολλές σύγχρονες επιστημονικές εργασίες έχουν πλέον αποδείξει ότι η μουσική...
Μουσικές παρουσιάσεις απο το "Μουσικόραμα"
Μουσικόραμα είναι Χορηγός και προτείνει για την έξοδό σας
Νταούλι
- Written by Φοίβο Ανωγειανάκη
- Category: Ελληνικά λαϊκά όργανα
Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα
Μεμβρανόφωνα
Νταούλι
Γνωστό ήδη από τους βυζαντινούς χρόνους, είναι το κατ’ εξοχήν ρυθμικό όργανο της στεριανής Ελλάδας, με μεγάλη ποικιλία στις διαστάσεις, το δέσιμο των σχοινιών, την επεξεργασία του δέρματος και την κατασκευή.
Φτιάχνεται από τον ίδιο τον νταουλιέρη και παίζεται, κρεμασμένο στον αριστερό ώμο,
με δύο νταουλόξυλα: ένα χοντρό και βαρύ για το δεξί χ έρι (κόπανος) κι ένα λεπτό για το αριστερό (βέργα ή βίτσα).
Μαζί με τον ζουρνά αποτελούν τη ζυγιά, το παραδοσιακό μουσικό συγκρότημα της στεριανής Ελλάδας κατάλληλο για ανοιχτούς χώρους.
Το νταούλι ένας ξύλινος κύλινδρος, σκεπασμένος στις δύο παράλληλες βάσεις του με δέρμα, τεντωμένο με σχοινί είναι ένα ρυθμικό, κυρίως όργανο, που παίζεται με δύο ειδικά φτιαγμένα νταουλόξυλα. Φτιάχνεται σε διάφορα μεγέθη: η διάμετρος κάθε δερμάτινης επιφάνειας από 25 εκατοστά έως ένα περίπου μέτρο και ύψος (η απόσταση ανάμεσα στις δύο δερμάτινες επιφάνειες) από 20 έως 60 περίπου εκατοστά.
Το μέγεθος του νταουλιού το καθορίζουν : η παράδοση στις διάφορες περιοχές και ο νταουλιέρης, που « φτιάχνει το νταούλι στα μέτρα του ».
Το νταούλι παίζεται με δύο ξύλα ένα στο κάθε χέρι τα νταουλόξυλα, ή τουμπανόξυλα, ή νταουλόβεργες. Το ξύλο του αριστερού χεριού, η βέργα ή βίτσα, είναι πολύ λεπτό και ελαφρύ, ενώ του δεξιού, ο κόπανος, είναι χοντρύτερο και βαρύτερο και φτιάχνεται σε διάφορα σχήματα και διαστάσεις.
Το μήκος του κοπάνου, το βάρος και ο όγκος της άκρης που χτυπάει τη δερμάτινη επιφάνεια εξαρτιόνται από το μέγεθος του νταουλιού και από τη σωματική διάπλαση του νταουλιέρη.
Όταν φτιάχνουν ένα νταούλι, ο νταουλιέρης, που είναι συνήθως και ο κατασκευαστής του, φροντίζει η μία από τις δύο δερμάτινες βάσεις να είναι 1-2 εκατοστά περίπου μεγαλύτερη και το δέρμα της να είναι χοντρύτερο σε σύγκριση με την απέναντι βάση.
Έτσι, η μεγαλύτερη και με χοντρύτερο δέρμα επιφάνεια, όπου ο κόπανος χτυπάει τους ισχυρούς χρόνους του μέτρου, δίνει βαρύτερο ήχο, ενώ η απέναντι, μικρότερη και με λεπτότερο δέρμα επιφάνεια, πάνω στην οποία χτυπάει η βέργα τους αδύνατους χρόνους του μέτρου, δίνει οξύτερο ήχο.
Ο νταουλιέρης παίζει όρθιος, με το νταούλι του κρεμασμένο απ’ τον αριστερό ώμο.
Όταν το κρεμάει προσέχε να έχει δεξιά του τη δερμάτινη επιφάνεια που δίνει το βαρύτερο ήχο.
Σ’ αυτή την επιφάνεια χτυπάει με το χοντρό ξύλο, τον κόπανο (δεξιό χέρι), τους ισχυρούς χρόνους του μέτρου.
Στην άλλη, με τον οξύτερο ήχο, χτυπάει ελαφρά με τη λεπτή βέργα (αριστερό χέρι) τους αδύνατους χρόνους του μέτρου, η «κρατάει το ίσο», όπως συνηθίζουν να λένε, ένα είδος ρυθμικού ισοκράτη.Στην συνοδεία του νταουλιού διακρίνουμε δύο τρόπους παιξίματος, Όταν η μελωδία που συνοδεύει είναι περιοδικού ρυθμικού τύπου, όπως π.χ. όλες οι χορευτικές μελωδίες, ο νταουλιέρης χτυπάει με τον κόπανο (δεξιό χέρι) τους ισχυρούς χρόνους του μέτρου και με τη βέργα (αριστερό χέρι) τους αδύνατους.
Στην περιοδικότητα όμως αυτή δεν επαναλαμβάνεται το ίδιο πάντα σχήμα, τα ίδια δηλαδή χτυπήματα του νταουλιού από το δεξιό και τ’ αριστερό χέρι.
Ο καλός νταουλιέρης ξομπλιάζει διαρκώς το παίξιμό του μ’ ενδιάμεσα χτυπήματα υποδιαιρέσεις των ισχυρών και αδύνατων χρόνων άλλοτε με τον κόπανο και άλλοτε με τη βέργα· αντιστρέφει για λίγες στιγμές, τη λειτουργία των δύο χεριών και χτυπάει τους ισχυρούς χρόνους με τη βέργα (αριστερό χέρι) και τους αδύνατους με τον κόπανο (δεξί χέρι)· γυρίζει το νταούλι, ώστε ο κόπανος να χτυπάει τη δερμάτινη επιφάνεια που δίνει τον υψηλότερο φθόγγο· χτυπάει άλλοτε το στεφάνι και άλλοτε το έδαφος αντί τη δερμάτινη επιφάνεια του οργάνου και τα λοιπά.
Ενώ παράλληλα, ο τρόπος με τον οποίο χτυπάει τη δερμάτινη επιφάνεια: δυνατά ή σιγά, κοφτά και σκληρά ή μαλακά και ξυστά, όπως και το μέρος στο οποίο τη χτυπάει, στο κέντρο, προς την περιφέρεια ή πολύ κοντά στο στεφάνι, χαρίζουν κάθε φορά κι ένα διαφορετικό τόνο στο χρώμα του ήχου.
Ρυθμικό όργανο όπως είναι,το νταούλι δεν παίζεται μόνο του αλλά πάντα μαζί με ένα τουλάχιστον μελωδικό όργανο.
Μαζί με το ζουρνά αποτελούν τη ζυγιά,το παραδοσιακό οργανικό συγκρότημα της ηπειρωτικής Ελλάδας.
ΤΟ ΚΥΜΒΑΛΟ: μοναδικό όργανο με αποσιωποιημένη ιστορία
- Written by Κλέαρχος Κορκόβελος
- Category: Ελληνικά λαϊκά όργανα
ΤΟ ΚΥΜΒΑΛΟ: ένα μοναδικό όργανο με αποσιωποιημένη ιστορία
γράφει ο Κλέαρχος Κορκόβελος.
To κύμβαλο είναι ένα όργανο σχήματος τραπεζίου, πάνω στο οποίο τεντώνονται 95 έως και 120 μεταλλικές χορδές (ορειχάλκινες και ατσάλινες), χορδισμένες σε τριάδες και τετράδες. Στο δεξί μπαλκόνι είναι βιδωμένα ατσάλινα κλειδιά απ΄όπου κουρδίζεται το όργανο, ενώ στο αριστερό βρίσκονται καρφωμένα τα καρφιά , στα οποία δένονται με ειδική θηλιά οι χορδές. Όπως και το συγγενικό του σαντούρι, έχει δύο βασικές γέφυρες (καβαλλάρηδες) τοποθετημένους πάνω στην αρμονική τράπεζα (καπάκι) του ηχείου. Πάνω σ΄αυτούς ακουμπούν οι χορδές, κι έτσι χωρίζονται στα διάφορα παλλόμενα μήκη, που ορίζουν τον κάθε φθόγγο. Η μουσική του έκταση είναι 3 ½ - 4 ½ οκτάβες. Κύμβαλα υπάρχουν μικρά (φορητά), μεσαία και μεγάλα (με βιδωτά πόδια και πεντάλ).
To πρώτο όργανο με πεντάλ κατασκευάστηκε από τον Σλοβάκο οργανοποιό J.V.Schunda στη Βουδαπέστη, το 1874. Χορδίζεται ακριβώς όπως και το μικρό κύμβαλο, με μία οκτάβα επιπλέον στην κόντρα μπάσα περιοχή. Δεξιά κι αριστερά υπάρχουν δύο ξύλινοι αποσιωπητήρες (με χοντρή τσόχα στην κάτω τους πλευρά), στερεωμένοι στα μπαλκόνια με μεταλλικά ελάσματα. Ανεβοκατεβαίνουν με το πάτημα του πεντάλ και υποχρεώνουν τις χορδές, όταν τις ακουμπήσουν, να πάψουν να πάλλωνται, τις φιμώνουν. Παίζεται με δύο ειδικά κατασκευασμένες ξύλινες μπαγκέτες, καλυμμένες στην άκρη με βαμβάκι. Το μικρό όργανο παίζεται τοποθετημένο είτε στα πόδια του εκτελεστή, είτε σε τραπέζι, είτε σε ειδική βάση ή ακόμα κρεμασμένο από το λαιμό του παίκτη με ιμάντα (όταν παίζει σε πατινάδες). Στην Ελλάδα, το βρίσκουμε στην ανατολική Στερεά Ελλάδα, ειδικότερα στην περιοχή της Λιβαδειάς αλλά και στη Θεσσαλία και την Ήπειρο.
Η λέξη κύμβαλο ετυμολογείται από την αρχαία ελληνική λέξη κύμβη, που προέρχεται από το ρήμα κύω (κοιλαίνω, δίνω καμπυλωτό σχήμα) και το ρήμα βάλλω που σημαίνει κτυπώ. Τα κύμβαλα, ήταν στην αρχαιότητα οι κοίλοι κυκλικοί χάλκινοι δίσκοι που κρούονταν μεταξύ τους (ζίλια). Στο Μεσαίωνα, η λέξη cimbalom δήλωνε τους κώδωνες των καμπαναριών των εκκλησιών, που σχημάτιζαν κωδωνοστοιχία. Κάθε ένας απ΄αυτούς είχε μια τονικότητα κι έτσι κατά την κρούση παράγονταν μελωδίες. Υπάρχουν μεσαιωνικά συγγράμματα που αναφέρονται και δίνουν οδηγίες για το συντονισμό των κυμβάλων(καμπανών) των κωδωνοστασίων αυτών1. Από μια εποχή και ύστερα, η αρχαία σημασία του ιδιοφώνου κυμβάλου άρχισε να αντικαθίσταται με την έννοια του κώδωνος. Το όνομα χρησιμοποιήθηκε μεταφορικά για να δηλώσει την ομοιότητα του ήχου του κρουστού ψαλτηρίου (εγχόρδου) με τον ήχο της καμπάνας, που είναι γλυκός και αντηχεί. Γραπτή μαρτυρία για την ύπαρξη του οργάνου αυτού βρίσκεται σε ρουμάνικο έγγραφο του 1546.
Διαδόθηκε στα αστικά κέντρα της Ρουμανίας στα χρόνια των Φαναριωτών ηγεμόνων και συγκεκριμένα από την αυλή του ηγεμόνα Αλέξανδρου Υψηλάντη (1726 – 1806).
Το κύμβαλο έχει μεγάλη παρουσία στην ελληνική δημοτική και λαϊκή μουσική από τον 18ο αι. Κάνει την εμφάνισή του στην πρώτη περίοδο της ελληνικής δισκογραφίας. Σημειώνουμε ότι η αρχή της ελληνικής δισκογραφίας έγινε στην Ν. Υόρκη το 1896 από τον τραγουδιστή Μιχάλη Αραχτιντζή, ο οποίος φωνογραφεί 8 τραγούδια σε δίσκους μίας όψης, οι μήτρες αυτές δεν έχουν ως τα σήμερα βρεθεί. Από το 1905 έως το 1912 γίνονται φωνογραφήσεις ελληνικών τραγουδιών στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Σε αυτή ακριβώς την περίοδο εντοπίζουμε την παρουσία του οργάνου. Σε ετικέτες δίσκων με τραγούδια ηχογραφημένα στη Σμύρνη από ξένες εταιρείες , αναφέρεται το κύμβαλο (“cymbal”). Παραδείγματα τέτοιων ηχογραφήσεων είναι ο «μινόρε μανές» και ο «μανές της καληνυχτιάς», ηχογραφημένοι από τον τραγουδιστή Γ. Τσανάκα γύρω στα 1910, ο μανές «τζιβαέρι» επίσης από τον Γιώργο Τσανάκα και το τραγούδι «αχ μελαχροινό μου», ηχογραφημένο από τον τραγουδιστή «Λευτέρη» (Ελευθέριο Μενεμενλή) στις 10 Φεβρουαρίου του 1911.
Την ίδια περίοδο, από το 1911 και εξής, Έλληνες μετανάστες στις Η.Π.Α, τραγουδιστές και μουσικοί, ηχογραφούν για αμερικανικές εταιρείες. Ανάμεσα στους Έλληνες μουσικούς που μεταναστεύουν τα χρόνια αυτά, ξεχωρίζουν πολλοί παίκτες σαντουριού αλλά και πολλοί ταλαντούχοι κυμβαλίστες. Από τους πρώτους που ηχογραφούν είναι ο Κώστας Παπαγκίκας, που αρχίζει να ηχογραφεί από το 1916, κατάγεται από τη Βοιωτία και είναι σύζυγος της φημισμένης τραγουδίστριας Μαρίκας Παπαγκίκα. Η σύνθεση της ορχήστρας Παπαγκίκα είναι μικρό κύμβαλο, τσέλο και βιολί ή κλαρίνο. Ακολουθεί ο δεξιοτέχνης και συνθέτης Σπύρος Στάμου, γεννημένος στην Αράχωβα, ο οποίος και ιδρύει μαζί με το βιολιστή Γεώργιο Γκρέτση μια από τις πρώτες Ελληνικές δισκογραφικές εταιρείες στην Αμερική , την GREEK RECORD COMPANY, αρχίζει να δισκογραφεί από το 1924. Άλλοι μεγάλοι κυμβαλίστες της Αμερικής σε αυτή την περίοδο ήταν ο Μάνος Ζερβέλης και ο Ανδριώτης Φραγκίσκος Γαζής ( ο οποίος ηχογράφησε και έναν δίσκο LP σε μεγάλη πιά ηλικία, γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1960).
Στην Ελλάδα, το όργανο έχει παρουσία στη δισκογραφία κυρίως από τις εκτελέσεις του Γιάννη Χωραφά ή «Λιβαδείτη», και του διάσημου τραγουδιστή και κυμβαλίστα (και όχι σαντουριέρη όπως έχει αρκετές φορές λανθασμένα αναφερθεί) Δημήτρη Καλλίνικου ή Αραπάκη. Από το 1921, χρονιά από την οποία αρχίζει να αντιπροσωπεύεται στην Ελλάδα η HIS MASTERS’ VOICE, στις περισσότερες ηχογραφήσεις δίσκων 78 στροφών εντοπίζουμε ορχήστρες με κλαρίνο ή βιολί με τη συνοδεία μικρού ή μεγάλου κυμβάλου. Παράδειγμα είναι ο «Μεμέτης» , ηχογραφημένος το 1931 στην Αθήνα από τον Δημήτρη Αραπάκη με συνοδεία και εισαγωγικό ταξίμι από τον Γιάννη Λιβαδείτη. Δείγμα της δεξιοτεχνίας του τραγουδιστή Αραπάκη στο κύμβαλο αποτελεί ένα εκπληκτικό «ορχηστρικό» ηχογραφημένο γύρω στα 1924, στο οποίο παίζει μαζί με τον Δημήτρη Σέμση στο βιολί και τον Δημήτρη Κυριακίδη στο ούτι. Αλλά και σε πάρα πολλούς άλλους δίσκους τραγουδιστών και μουσικών όπως οι Κώστας Μαρσέλος ή «Νούρος», Ευάγγελος Σοφρωνίου, Αντώνης Διαμαντίδης ή «Νταλγκάς» αλλά και οι κλαρινίστες Κώστας Καργιάννης, Νικήτας Κωτσόπουλος και Γιάννης Κυριακάτης είναι ευδιάκριτο το ιδιαίτερο ηχόχρωμα και ο ρυθμικός και αρμονικός τρόπος συνοδείας της ορχήστρας από το κύμβαλο, παιγμένο από πολλούς άλλους μουσικούς, των οποίων τα ονόματα δεν αναγράφονταν στις ετικέτες των δίσκων.
Πολύ αργότερα από αυτή την εποχή, στη δεκαετία του 1960, μετά την πλήρη αστικοποίηση της υπαίθρου, την οριστική αλλοίωση της δημοτικής μουσικής από την εισβολή των ηλεκτρικών οργάνων και την πλήρη εξαφάνιση του σμυρναίϊκου μουσικού πλούτου, αρχίζει να προβάλλεται το σαντούρι, το οποίο κατά κάποιο τρόπο υποκαθιστά το κύμβαλο. Μεσουρανούν δύο καλλιτέχνες, ο Τάσος Διακογιώργης και ο Αριστείδης Μόσχος. Ο Μόσχος, μέσω της στήριξης που του παρείχαν οι κυβερνήσεις μέσω επαφών του (όπως λ.χ. με τον Μάνο Χατζηδάκι), κατορθώνει να προβάλλεται μονόπλευρα και συστηματικά και ιδρύει μια σχολή σαντουριού…
Από την εποχή αυτή και έπειτα, το κύμβαλο έζησε μέσα από τις ηχογραφήσεις και τις ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές του Νίκου Καρατάσου, μουσικού γεννημένου το 1931 στον Πειραιά. Έχουμε ακόμα δισκογραφία και ηχογραφήσεις από τον Αλέκο Γκαραβέλη (1914 – 2001), ο οποίος γύρω στα 1980 ηχογραφεί έναν τελευταίο δίσκο με δημοτικά τραγούδια μαζί με τον Κώστα Ρούκουνα, καθώς και από τον κλαρινίστα και παίκτη κυμβάλου Βασίλη Σούκα.
Από το 1970 και έπειτα, περίοδο μιάς «νέας ανακάλυψης της παράδοσης», άπειρα λάθη και ανακρίβειες διατυπώνονται και υποστηρίζονται από ειδήμονες, συλλέκτες, «ειδικούς», μουσικολόγους και μουσικούς αλλά και δήθεν ερευνητές σε σχέση με το όργανο που λέγεται κύμβαλο. Πριν λίγο καιρό, ο γνώστης περί των εθνομουσικολογικών κύριος Σωτήρης Μπέκας, δεν δίστασε να θολώσει τα νερά ισχυριζόμενος στο διαδίκτυο ότι ο Καρατάσος, αλλά και ο επιφανής Έλληνας εθνομουσικολόγος και κυμβαλίστας, (μαθητής του Σπύρου Στάμου), Σωτήρης Τσιάνης, παίζουν «σαντούρι»!
Kαι όμως, η αλήθεια είναι μία και λάμπει: πάνω από εκατό χρόνια λαμπρής μουσικής ιστορίας δεν ζυγίζονται με τριάντα ταπεινά χρόνια σκοταδισμού, ψεύδους, μικρότητας και νεοελληνικής γελοίας κουτοπονηριάς. Για να μην πούμε γραικυλισμού…
1. J. SMITHS Van WAESBERGHE, Cymbala (bells in the Middle Ages), περ. Musicological Stydies and Documents, vol.I (Rome: American Institut of Musicology, Tempo Music Publications, 1951.
Ισπανοί μαθητές: «Ευχαριστούμε Ελλάδα..»
Τελευταία Νέα
- Μαρία Μαρκεσίνη Συνέντευξη
- Συνέντευξη Αφεντούλα Ραζέλη
- Μαρκόπουλος Ελεύθεροι Πολιορκημένοι
- Λάκης Χαλκιάς & Χαράλαμπος Γαργανουράκης Παρουσίαση
- Γιάννης Μαρκόπουλος συνέντευξη τύπου «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»
- Δημήτρης Μπάσης και η Ραλλία Χρηστίδου στο Ρυθμό stage
- ”Εν ονόματι του χρόνου”
- Κώστας Γανωτής Συνέντευξη
- Δημήτρης Κάσσαρης Συνέντευξη
- Λουδοβίκος των Ανωγείων Συνέντευξη
- Το Μουσικόραμα και 35 αγαπημένοι καλλιτέχνες εύχονται για το 2015
Ελληνική Μουσική και Όργανα
Επισκέπτες Online
Προτεινόμενες Ειδήσεις
Συνέντευξη Σοφίας Καραχάλιου

Κι εκεί που κάποιοι διατείνονται μετά βδελυγμίας ότι οι νέοι δεν ονειρεύονται, δεν διεκδικούν, δεν αγαπούν, έρχονται οι μαγικοί στίχοι...
Μαρία Μαρκεσίνη Συνέντευξη

H εκ Κεφαλληνίας ορμώμενη (για να χρησιμοποιήσω την ξεχασμένη υπηρεσιακή καθαρεύουσα…..) Μαρία Μαρκεσίνη αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση μουσικού ταλέντου. Με εντυπωσιακές...
Συνέντευξη Αφεντούλα Ραζέλη

Χρόνια τώρα την βλέπω να κάνει το εξής: Ανεβαίνει στη σκηνή διστακτικά, με μία δυσεύρετη συστολή, έτσι που σου ’ρχεται...